Όταν βραδυάζει ήσυχα, αργά και τελεσίδικα, οι δρόμοι αδειάζουν σιγά σιγά από τη φασαρία των ευχαριστημένων δίνοντας χώρο σε αδέσποτους αβέβαιους και πικραμένους εραστές ανεκπλήρωτων ιδανικών.
Τέτοια βράδυα η ζωή μοιάζει αλλοιώς.
Γίνεται μικρή σαν μια ματιά σκέτη ταπεινωμένη ψυχή, γίνεται απέραντη σαν την λέξη απόκληρος, γίνεται σκληρή όπως άδειο σπίτι απο μάνα τρυφερή, γίνεται δυνατή σαν υπεράσπιση αδικίας ξένης.
Τέτοιες ώρες ρεμπέτικη μοναξιά η ακοή αντέχει να βαστά και τα χέρια σε λαβωματίες λερωμένων γενναίων μονάχα μπορούν ν᾽ αναπαυτούν.
Βράδυασε κι απόψε με αδιάκοπο καταιγές και η μοναξιά στον κόσμο όσων βλέπουν κατάματα το φως δεν λέει να κοπάσει.
Λαθρεπιβάτης σε γκαζάδικο. Λιθογραφία. 2009.